Δημ(ι)οψηφίσματα κι εθνικές θηλιές

Το παρακάτω κείμενο μοιράζεται χέρι-χέρι πόρτα-πόρτα στη γειτονιά της Νέας Ιωνίας και του Νέου Ηρακλείου σχετικά με τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις.

Ο πρωθυπουργός αναγγέλλει δημοψήφισμα, βουλευτής ζητά τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας, οι ένοπλες δυνάμεις εναντιώνονται στις κυβερνητικές αποφάσεις, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια σημειώνουν ελεύθερη πτώση, η κεντρική πολιτική σκηνή μετατρέπεται στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σε reality show και το “σκληρό ροκ” ανάμεσα σε κοινοβουλευτικά κόμματα προκαλεί mosh pit στα σαλόνια των τηλεθεατών. Παραδόξως, δεν αναφερόμαστε στις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις αλλά στο δημοψήφισμα που είχε καλέσει στις 31 Οκτωβρίου 2011 ο Γιώργος Παπανδρέου, σχετικά με την έγκριση της τότε δανειακής σύμβασης. Τότε, ο ΣΥΡΙΖΑ αποκαλούσε το δημοψήφισμα “τρικ”. Μπορεί να απέχουμε από εκείνη την περιόδο μόλις 4 χρόνια, όμως ο ιστορικός χρόνος έχει πυκνώσει και πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τους ΑΝΕΛ γλεντάνε την κοινοβουλευτική τους πλειοψηφία, το ΠΑΣΟΚ παλεύει να παραμείνει κοινοβουλευτικό κόμμα κι η ΝΔ είναι ζωντανή αλλά αποδυναμωμένη. Κι εμείς, αχ εμείς…

Πρώτη φορά “ψεκασμενοφασιστο-αριστερά”…
Θα μπορούσαμε να πούμε πως η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αναδύθηκε ως ο εκφραστής των κινημάτων των τελευταίων χρόνων. Είναι ξεκάθαρο πως ταιριάζει γάντι στην πολιτική ανάλυση των αγανακτισμένων: η εθνική υπερηφάνια κι αδιαλλαξία που πρέπει να επιδείξουμε εναντία σε Γερμανούς και δανειστές, για ένα εθνικό αντιμνημονιακό αντάρτικο στα βουνά των επενδύσεων. Παράλληλα, προσπαθεί να αναπτύξει μια διαλεκτική σχέση μεσολάβησης με διάφορους αγώνες που δώθηκαν τον περασμένο καιρό πχ μέσω της κατάργησης των φυλακών τύπου Γ’, την επαναλειτουργία της ΕΡΤ, την επαναπρόσληψη των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών, τη στήριξη και νομιμοποίηση του κινήματος ενάντια στο “χαράτσι” από δημάρχους που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ, τη στήριξη (και δημιουργία) δομών αλληλεγγύης από μέλη και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ κλπ.

Εθνικό συμφέρον =/= δικό μας συμφέρον
Κάπως έτσι, φτάνουμε στο δημοψήφισμα που έλαβε χώρα πριν μερικές μέρες. Γιατί όμως; Για αρχή, είναι δεδομένο πως όσα κόμματα μέχρι σήμερα ψήφισαν τα περασμένα μνημόνια (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ) τα έφαγε η μαρμάγκα. Επίσης, καμιά ψηφοφορία δεν αποφασίζει για το μέλλον του ελληνικού καπιταλισμού, οπότε όποιο κι αν ήταν το αποτέλεσμα δεν θα σήμαινει και πολλά. Αποφάσεις τύπου “ευρώ ή δραχμή” και “μνημόνιο ή όχι” είναι αποφάσεις που λαμβάνει το κράτος, οπότε το δημοψήφισμα στην πραγματικότητα δεν σήμαινε τίποτα από αυτά τα δύο. Σήμαινε αυτό που ξεκάθαρα έλεγε η συγκυβέρνηση εξ αρχής: ότι η ψήφος στο “όχι” είναι ψήφος στήριξης της συγκυβέρνησης στη διαπραγμάτευσή της με τους δανειστές για το νέο μνημόνιο. Το δημοψήφισμα ήταν η “λαϊκή εντολή” που ήθελε η συγκυβέρνηση ώστε να υπογράψει αναίμακτα νέες συμφωνίες.
Αν κοιτάξουμε τις προτάσεις μεταρρυθμίσεων που ανταλλάσανε την εβδομάδα του δημοψηφίσματος οι δανειστές με την ελληνική συγκυβέρνηση (προτάσεις Γιούνκερ και Τσίπρα), θα δούμε πως νέα αντεργατικά μέτρα έρχονται, επικυρωμένα και από τις δύο πλευρές. Οι διαφωνίες που έχουν παραμείνει αφορούν την προστασία επιχειρηματιών, τόσο μικρών (πχ ιδιοκτητών επιχειρήσεων εστίασης) όσο και μεγάλων (πχ εφοπλιστών), που προσπαθεί να επιτύχει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα όμως κι αν το δίλημμα ήταν “ευρώ ή δραχμή”, πάλι τα πράγματα για εμάς, τους ανθρώπους της εργατικής τάξης, θα παρέμεναν τα ίδια. Επειδή το δίλημμα “ευρώ ή δραχμή” δεν σημαίνει “υποβάθμιση των ζωών μας ή όχι”, αλλά την μέθοδο με την οποία θα γίνει η υποβάθμιση. Η μέθοδος “ευρώ” σημαίνει πως ο μισθός μας κι οι κοινωνικές παροχές θα μειώνονται μέσω μνημονιακών μέτρων, η μέθοδος “δραχμή” σημαίνει την υποτίμησή μας ως εργάτες σε σχέση με τους όρους της διεθνής οικονομίας (πχ μέσω της διαφοράς ισοτιμιών, τα εισαγώμενα προϊόντα θα είναι πανάκριβα, οπότε δεν θα μπορούμε να καλύψουμε τις καθημερινές μας βασικές ανάγκες). Και στις δύο περιπτώσεις, είτε τελικά η συγκυβέρνηση υπογράψει νέα συμφωνία είτε έχουμε Grexit, για εμάς το μέλλον παραμένει ζοφερό.

Ακόμη μια ταξική ήττα…
Παρότι το δημοψήφισμα φαίνεται να δίχασε την ελληνική κοινωνία, στην πραγματικότητα τη συνένωσε (ως διαχωρισμένη) κάτω από την ομπρέλα της εθνική ενότητας. Τόσο οι υποστηρικτές του “ναι” όσο και του “όχι” μιλούσαν για το καλό της πατρίδας. Οι υποστηρικτές του “ναι” ήταν κατά κύριο λόγο τα αφεντικά που έχουν επωφεληθεί περισσότερο από το ευρώ και τα μνημονιακά μέτρα όλα αυτά τα χρόνια, και για να συνεχίσει η κερδοφορία τους οπότε κι η ενδεχόμενη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, καλούσανε τον κόσμο να ψηφίσει “ναι”. Από την άλλη πλευρά, τα αφεντικά που τα κεφάλαιά τους απαξιώθηκαν τα τελευταία χρόνια, δεν θέλουν να ακούσουν ούτε λέξη για νέα μνημόνια και ψήφισαν “όχι”, μιλώντας κι αυτοί για ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας.
Η πλειοψηφία της εργατικής τάξης ψήφισε κι εκείνη “όχι”. Αυτή η ψήφος έχει ένα ταξικό πρόσημο ως δυσανέσχεια ενάντια στον πόλεμο που δέχεται από το ντόπιο και διεθνές κεφάλαιο τα τελευταία χρόνια, ήταν όμως μια προλεταριακή άρνηση που φιλτραρίστηκε μέσα από την έννοια του έθνους -για να μη μιλήσουμε και για ταξικά μας αδέρφια, τους εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες εργάτες, που αποτελούν και το πιο υποτιμημένο κομμάτι της τάξης μας, οι οποίοι δεν έχουν καν δικαίωμα ψήφου. Η εργατική ψήφος στο “όχι” καλούσε το ελληνικό κράτος να επιδείξει εθνική υπερηφάνια κι εθνικό τσαμπουκά στους δανειστές, για την ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Το ζήτημα όμως είναι πως ο εχθρός δεν βρίσκεται μόνο εκτός συνόρων στο πρόσωπο του ευρωπαϊκού και διεθνές κεφαλαίου, αλλά πρώτα και κύρια στο εσωτερικό. Ο πρώτος και κύριος εχθρός μας βρίσκεται στο ντόπιο ελληνικό κεφάλαιο, είτε ψηφίζει “ναι” είτε ψηφίζει “όχι”. Αποτελεί στρατηγική πολιτική του ελληνικού κράτους να διαχειριστεί την κρίση του ελληνικού κεφαλαίου πάνω στις πλάτες της εργατικής τάξης, είτε με ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ, είτε χωρίς. Ο πόλεμος που μαίνεται εναντίον μας είναι ταξικός, κι ενορχηστρώνεται χέρι-χέρι από το ντόπιο κι ευρωπαϊκό κεφάλαιο.
Η συμμετοχή λοιπόν στο δημοψήφισμα, είτε ψηφίζοντας “ναι” είτε “όχι”, ήταν η αναγνώριση του πλαστού διλήμματος που μας επέβαλαν οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η συμμετοχή στο δημοψήφισμα ήταν η πολιτκή στήριξη της δημοκρατικότητας της συγκυβέρνησης της αριστεράς-ακροδεξίας. Η συμμετοχή στο δημοψήφισμα ήταν η αποκάσταση της “καλής σχέσης” ανάμεσα στην εργατική τάξη και το κράτος. Η συμμετοχή στο δημοψήφισμα ήταν η κοινωνική νομιμοποίηση στα νέα προβλήματα που θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε, είτε με μνημόνιο είτε με Grexit. Η συμμετοχή στο δημοψήφισμα ήταν ένα ακόμα εθνικό καρφί στην κάσα της προλεταριακής μας ταυτότητας και συνείδησης.
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: τα χειρότερα έρχονται. Χρειάζεται επιτέλους να σταματήσουμε να μιλάμε με τους όρους που χρησιμοποιούνε το κράτος και τα αφεντικά μας. Πέρα από τη σφαίρα του θεάματος με τα μπράντεφερ μεταξύ Ελλάδας-ΕΕ στις διαπραγματεύσεις και τη βιωσιμότητα του χρέους, υπάρχει το ζήτημα της δικής μας βιωσιμότητας. Υπάρχουν οι καθημερινές μας ανάγκες για επιβίωση. Η ανάγκη για σίτιση, στέγαση, υγεία, μετακίνηση. Υπάρχει η άμεση ανάγκη για επανοικειοποίηση όσων μας κλέβουν τα αφεντικά μας καθημερινά. Εμείς είμαστε οι παραγωγοί του πλούτου αυτού του κόσμου, ήρθε η ώρα να τον πάρουμε πίσω. Στις συζητήσεις για αναδιάρθρωση του χρέους να απαντήσουμε με την ανασυγκρότηση της τάξης μας.

Ας σταματήσουμε να συνυπογράφουμε τον συλλογικό μας τάφο

Να αγωνιστούμε για τη συλλογική μας ανατίμηση